Κυριακή 27 Ιουλίου 2025

Μάτι – 7 χρόνια μετά: Η φρικτή μυρωδιά των καμένων ονείρων.

 

 Μάτι – 7 χρόνια μετά: 

Η φρικτή μυρωδιά των καμένων ονείρων.


Όσο δεν αποδίδεται δικαιοσύνη για το έγκλημα στο Μάτι, η μυρωδιά μιας καμένης δημοκρατίας θα ζώνει πάντα την Ελλάδα.

Μάτι – 7 χρόνια μετά: 

Στις 23 Ιουλίου 2018 η μέρα ξεκίνησε χωρίς να προϊδεάζει κανέναν ότι θα ζούσαμε έναν ανείπωτο Εθνικό εφιάλτη. Ο αέρας πολύς. Η ζέστη αρκετή. Περίπου στις 12 το μεσημέρι ξεσπά μια μεγάλη πυρκαγιά στα Γεράνεια Όρη, πάνω από την περιοχή της Κινέτας. Γρήγορα επεκτείνεται στον οικισμό και κατακαίει τα πάντα. Σημαντικό μέρος των πυροσβεστικών δυνάμεων της Αττικής αποτραβιέται εκεί για να περιορίσει το πύρινο μέτωπο.

Στις 16:41 το απόγευμα ξεσπά δεύτερη φωτιά, στο Νταού Πεντέλης από έναν 65χρονο που έκαιγε κλαδιά. Ο αέρας έχει δυναμώσει πολύ και φτάνει τα 7 μποφόρ. Η κόλαση μόλις έχει ξεκινήσει να ξεχύνεται στην πραγματικότητα μας. Με αστραπιαία ταχύτητα η φωτιά επεκτείνεται στο Νέο Βουτζά και έπειτα μπαίνει με απίστευτη ορμή στο Μάτι. Έναν οικισμό σκεπασμένο από πελώρια πεύκα, με στενά δρομάκια και πολλά αδιέξοδα.

Ο πολύτιμος χρόνος έχει χαθεί. Οι αρχές πελαγοδρομούν. Η εκκένωση δεν έγινε ποτέ. Οι κάτοικοι τρέχουν να σωθούν. Τα αυτοκίνητα μπλοκάρονται στα στενά και ακινητοποιούνται. Το θερμικό φορτίο εκτοξεύεται σε ασύλληπτα επίπεδα. Οι φλόγες σκεπάζουν τις γειτονιές και εξαϋλώνουν ότι βρίσκουν μπροστά τους. Σπίτια, αυτοκίνητα, σάρκες, ζωές. Δεκάδες άνθρωποι απανθρακώνονται επί τόπου από αυτόν τον πύρινο θόλο. Χωρίς να έχουν ιδέα ότι μια μέρα πριν, έβλεπαν το τελευταίο τους ηλιοβασίλεμα στον ίδιο ουρανό που τώρα φλέγεται. Γέροι, νέοι, μικρά παιδιά, ολόκληρες οικογένειες περνούν την πύλη του θανάτου, πριν προλάβουν να αναρωτηθούν γιατί τους περίμενε τέτοια φρικτή μοίρα.

Χάος, κραυγές και απόγνωση μέσα σε πηχτό μαύρο καπνό. Τα ουρλιαχτά σβήνουν το ένα μετά το άλλο. Το κράτος άφαντο. Βοήθεια από πουθενά. Άνθρωποι καίγονται ζωντανοί λίγα μέτρα από τη θάλασσα. Άλλοι σκοτώνονται πέφτοντας αλλόφρονες στα βράχια. Άλλοι μπαίνουν με βαριά εγκαύματα στη θάλασσα και ξεψυχούν εκεί. Η παραλία μοιάζει με βομβαρδισμένο τοπίο. Εκατοντάδες άνθρωποι βρίσκονται στο νερό, κλαίνε και ατενίζουν με τρόμο το πύρινο θηρίο να μη χορταίνει από θάνατο. Η στάχτη που αιωρείται είναι ζωές που εξανεμίστηκαν για το τίποτα. Η νύχτα πέφτει βαριά και το σκοτάδι του ουρανού σμίγει με εκείνο της θάλασσας. Το τοπίο μυρίζει μαρτύριο. Τα σκάφη προχωρούν στο έργο της διάσωσης, αδειάζουν τη θάλασσα από τη συσσωρευμένη φρίκη.

Οι πρώτοι ρεπόρτερ φτάνουν στα σκοτεινιασμένα δρομάκια του οικισμού που κάπνιζε ακόμα πένθιμα. Ψάχνουν με φακούς τα λιωμένα αμάξια και στρέφονται κάτωχροι στις κάμερες. Ένας νεκρός. Κι άλλος. Κι άλλος. Κι άλλος. Άνοιξε διάπλατα το φρέαρ του Άδη και δεν λέει να κλείσει. Άμορφοι καρβουνιασμένοι σοροί στα σκελετωμένα καθίσματα των αυτοκινήτων. Σαν να ηχούν ακόμα οι τελευταίες τους κραυγές μέσα από τα πυρωμένα μέταλλα.

Άλλοι κείτονται στους δρόμους, μαύρα λείψανα που δεν πρόφτασαν να τρέξουν προς τη ζωή. Άνθρακες και καμένα σώματα, δεν ξεχωρίζουν πια. Άλλοι σε στάση πυγμάχου. Άλλοι αγκαλιασμένοι. Κάποιοι ίσως πρόλαβαν να πουν μια Προσευχή. Η τηλεόραση λέει πρώτη, εκείνο που θα έπρεπε να πει η κυβέρνηση. Εκείνο που θα έπρεπε να αποτρέψει η Πολιτεία. Εκείνο που θα έπρεπε να αποσοβήσουν οι αρχές. Έχουμε εκατόμβη νεκρών. Το Μάτι έγινε κλίβανος που σφράγισε μέσα του δεκάδες ζωές. Άνθρωποι που λίγες στιγμές πριν ζούσαν και τώρα έγιναν κορνίζες. Φωτογραφίες που παίζονται στα κανάλια. Ονοματεπώνυμα που γεμίζουν τη λίστα του θανάτου. Λείψανα από στάχτες που δεν θα νεκροφιληθούν. Χαρούμενα παιδικά χαχανητά που δεν θα ξανακουστούν στη γειτονιά. Ανδρόγυνα που έσβησαν με ένα «σ’ αγαπώ».

Το Μάτι είναι μια ανοιχτή πληγή στη μνήμη μας. Ένα απερίγραπτο κρατικό έγκλημα. Ένα καρφί στο φέρετρο του κράτους Δικαίου, που θέλει να σφραγιστεί οριστικά με τη συγκάλυψη στα Τέμπη. To Μάτι είναι η πρώτη απόδειξη ότι η κρατική αδιαφορία μπορεί να σκοτώσει. Και η Δικαιοσύνη μπορεί να σκοτώσει για δεύτερη φορά. Οι 104 νεκροί από το Μάτι παραμένουν αδικαίωτοι, δείχνοντας ότι τα μόνα αποκαΐδια που δεν σταματούν ποτέ να μαυρίζουν τη δημοκρατία μας, είναι εκείνα του Ελληνικού κράτους.

Η Δικαιοσύνη δεν αναγνώρισε κακουργηματικές ευθύνες σε κανέναν πολιτικό, σε κανέναν λειτουργό της αυτοδιοίκησης, σε κανένα βαρύγδουπο όνομα από όλα εκείνα που έκαψαν τον κοσμάκη με την ανικανότητά τους. Αποδόθηκε μια ποινή – χάδι μόνο σε κάποιους υπηρεσιακούς παράγοντες. Τα ουρλιαχτά των νεκρών φαίνεται ότι δεν φτάνουν στα αυτιά των αναίσθητων και των θεσμικών «παχύδερμων».

Από το 2018 και έπειτα, η Ελλάδα μυρίζει συνεχώς καμένο, εντός και εκτός εισαγωγικών. Καίγονται δάση, καίγονται σπίτια, καίγονται πολιτικές συνειδήσεις, καίγεται η υπόληψη της Δικαιοσύνης, καίγεται το Σύνταγμα και οι νόμοι, καίγεται ακόμη και η τσίπα μαζί με τα τελευταία προσχήματα. Επιτελικές στάχτες παντού. Και ένας λαός που πενθεί κατά εκατομμύρια αλλά δεν υπάρχει κανείς στην εξουσία να ακούσει το μοιρολόι του.

Σε αυτή τη χώρα κάποτε μετρούσαμε τα όνειρα μας για τη ζωή, σήμερα μετράμε Μάρτυρες. Μετράμε Εθνικά Μνημόσυνα. Μετράμε μαυροφορεμένες οικογένειες που κλείνονται έξω από το κατώφλι της Δικαιοσύνης. Μετράμε πρόστυχες δηλώσεις πολιτικών που ανταγωνίζονται μεταξύ τους στην αναισθησία. Μετράμε χειροκροτήματα σε εγκληματίες με γραβάτες. Μετράμε ατελείωτες προκλήσεις που επιβάλλουν το ανίερο, το παράνομο και το καταχρηστικό.

Βιώνουμε τη δυναστεία των άψυχων. Γιατί έστω και λίγη ψυχή να έχει απομείνει μέσα σου, το Μάτι δεν σε αφήνει να ξεχάσεις. Είναι πύρινο κάρβουνο που φλογίζει τη συνείδηση και προκαλεί τη μήνη του Θεού. Όσο δεν αποδίδεται δικαιοσύνη για το Μάτι, η μυρωδιά του καμένου δεν θα εγκαταλείψει ποτέ την Ελλάδα..


Μιχάλης Αντωνιάδης